περί αδικίας 

οι φωνες τους ακουγονταν απο τη γωνια του δρομου

εφτα ήμουν. είχα βγει βολτα στο τετράγωνο να μαζέψω λουλούδια

– να κλέψω λουλούδια από τις αυλές των άλλων –

το χτυπούσε και ούρλιαζε «Πες Ήμαρτον!»

– το σάπιζε στο ξύλο και ούρλιαζε «Πες Ήμαρτον! Πες Ήμαρτον!»-

κι εκείνο, το συνομήλικό, φώναζε μέσα στους λυγμους

«Ήμαρτον! Ήμαρτον μάνα Ήμαρτον!»

 

κι αυτή, δεν σταματούσε 

 

 

photo @abouterleichda

Σχολιάστε